- Κορράδος
- Όνομα διαφόρων βασιλιάδων, ευγενών και λογίων. Βλ. λ. Κόνραντ.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Νάπολη — (Napoli). Πόλη (993.386 κάτ. το 2001) της νότιας Ιταλίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και της Καμπανίας. Είναι η τρίτη σε μέγεθος πόλη της χώρας μετά τη Ρώμη και το Μιλάνο, η Ν. αποτελεί τη μεγαλύτερη πόλη του Νότου. Η θέση της είναι… … Dictionary of Greek
Όθων — I (Σάλτσμπουργκ Βαυαρίας 1815 – Βαμβέργη 1867). Βασιλιάς της Ελλάδας (1833 1862), δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου A’ και της Θηρεσίας, θυγατέρας του δούκα του Σάξεν Άλτενμπουργκ. Oρίστηκε βασιλιάς των Ελλήνων σε ηλικία 17… … Dictionary of Greek
Σλέσβιχ - Χολστάιν — (Schleswig Holstein). Ομοσπονδιακό κρατίδιο της Γερμανίας, στο νότιο τμήμα της χερσονήσου της Γιουτλάνδης (έκταση 15 731 τ. χιλιόμ., 2 594 606 κάτοικοι). Συνορεύει στα βόρεια με τη Δανία στα νοτιοανατολικά με το Μέκλενμπουργκ της Α. Γερμανίας και … Dictionary of Greek
Σταυροφορίες — Ονομάζονται έτσι οι πολεμικές εκείνες επιχειρήσεις των Δυτικοευρωπαίων (11ος 13ος αι.), που εγκαινιάζονται με πρωτοβουλία των παπών και στόχο την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους Μωαμεθανούς και ειδικότερα από τους Σελτζούκους Τούρκους, και… … Dictionary of Greek